Είμαι πάντα το ίδιο πρόσωπο. Αλλάζω μόνο μορφή, αλλά είμαι το ίδιο πρόσωπο. Εγώ είμαι ο Αδάμ. Εμένα κορόιδεψε η Εύα και δοκίμασα τον καταραμένο καρπό. Συγχωρέστε με ! Δεν το΄θελα. Αιώνες τώρα προσπαθώ μα δεν τα καταφέρνω. Κι ήταν ο χρησμός ξεκάθαρος: μόνο της αγάπης το αληθινό φιλί τα μάγια θε να λύσει κι όλοι εμείς ευθείς του παραδείσου την πόρτα να ξαναδιαβούμε. Αιώνες τώρα προσπαθώ μα δεν τα καταφέρνω.
Κάποια φορά γοργόνα έγινα. Εκείνη που πάλεψε με τα κύματα κι έσωσε τον πρίγκηπα. Που αντάλλαξε την φωνή της για ν’αποκτήσει πόδια και να τον συναντήσει. Που αντί να χαίρεται ανέμελη και να κολυμπά στα καταγάλανα νερά έβγαλε κάλους και κότσια στα δαχτυλάκια της από την μανία της να τον αναζητά. Κι όταν τελικά τον βρήκε δεν τα κατάφερε μαζί του να σμίξει γιατί ο λεγάμενος δεν αναγνώρισε το βουβό της ουρανίσκο. Μάταια άνοιγα το στόμα μου. Μιλιά. Τι σουρεαλιστικό! Και την πρώτη φορά από μηλιά την έπαθα. Σε χρόνο dt παντρεύτηκε μιαν άλλη με φωνή αηδονιού κι εγώ έβγαλα πάλι λέπια και γοργονίσια ουρά κι ούτε που τον ξαναείδα.
Κι όταν άλλη φορά έγινα κύκνος, πάλι από πρίγκηπα την πάτησα. Χόρευα στην λίμνη μου, πρίμα μπαλαρίνα, πως άστραφταν τα φτερά μου στο μουνλάιτ! Και ξαφνικά τον βλέπω και μένω κάγκελο. Ήταν εκεί. Πίσω από τις φυλλωσιές με τη σφεντόνα παραμάσχαλα. Δεν χρειάστηκε πολλά να τον σαγηνεύσω. Μια πιρουέτα, ένα πλιέ, ήταν και το μουνλάιτ, μ’ερωτεύτηκε. «Φίλησέ με πρίγκηπα», του είπα και πετάριζαν όλο νάζι οι βλεφαρίδες. «Φίλησέ με και θα σου χαρίσω τον κόσμο. Μαζί θα λύσουμε τα μάγια». Και κανονίσαμε να φιληθούμε την επομένη νύχτα. Μη με περάσει και για καμιά λυσσάρα. Κι όταν ήρθε εκείνη η στιγμή και σούφρωσα τα χείλια, αλίμονο, αλλεργικός ήτανε λέει στα πούπουλα. Φοβήθηκε και για κυκνόψειρες. Πάει κι αυτός σκέφτηκα. Να’ταν κι άλλος. Μετά από μέρες έμαθα ότι είχε ξανάρθει στη λίμνη. Τάχα να με δει. Να με φιλήσει. Και τόσο πολύ με αγάπησε φαίνεται που ξέχασε τα πάλλευκα φτερά μου και φίλησε μια καρακάξα που του συστήθηκε για κύκνος. Ήταν αφέγγαρη λέει η νύχτα. Αποτέλεσμα αυτός να διαλέξει λάθος πτηνό κι εμένα να με βρουν την άλλη μέρα νεκρή στη λίμνη.
Κάποιοι μιλήσαν γι’αυτοκτονία. Ανόητοι ρομαντικοί. Εγώ για εσάς παλεύω. Εσάς να σώσω πολεμώ. Και τρέχω να προλάβω το μελάνι που έχει χυθεί άπειρο σε λευκές σελίδες. Να προλάβω τα πλήκτρα της γραφομηχανής που με προσπερνούν με βιασύνη. Κι όλα τα παραμύθια του κόσμου αυτού τα έχω στο τσεπάκι. Κι όντως έτρεξα και πρόλαβα κι έγινα βάτραχος. Κι έγινα γοβάκι. Κι έγινα αδράχτι μυτερό και δηλητηριασμένο μήλο. Στοιχειό, αερικό, τάμα και μοιρολόι μα πάντα μου προσέκρουα σε τοίχους από σάρκα κι αίμα. Αιώνες τώρα προσπαθώ μα δεν τα καταφέρνω τα μάτια σας ν’ανοίξω. Τη βρύση της λήθης σας να κλείσω. Τα μάγια σας να λύσω. Το ίδιο πρόσωπο είμαι εγώ μ ’αλλάζω μορφή μήπως σας συναντήσω…
Με αυτήν την ιστορία συμμετείχα πρώτη φορά στο »Παίζοντας με τις λέξεις» , το διαδικτυακό παιχνίδι που οργανώνει η Φλώρα! Ευχαριστώ για την ανάγνωση και τις ψήφους.
Συγχαρητήρια στις 3 νικήτριες ιστορίες, πολλά μπράβο στην Φλώρα για την διοργάνωση και σε όσους διέθεσαν τον χρόνο τους και διαβάσανε και ψηφίσανε τις ιστορίες.
Σας φιλώ και να περάσετε ένα όμορφο σ/κ!!!
Update Φλεβάρης 2016:
Το σουρεάλ παραμύθι μου συμμετέχει στο διαδικτυακό δρώμενο της Αριστέας, με τίτλο Φτιάξε καρδιά μου το δικό σου παραμύθι!! Σας φιλώ κι ευχαριστώ πολύ για την ανάγνωση!! 🙂
Μου αρέσει αυτό:
Μου αρέσει! Φόρτωση...